Δευτέρα 20 Σεπτεμβρίου 2010

«Μια κι έξω»

                    Θα βρεθείς εκεί που ήσουν
                    και που τώρα έχεις ξεχάσει
                    πως κοιμήθηκε η καρδιά σου
                    και τον δρόμο έχεις χάσει
                    κλείσ' τα μάτια μη φοβάσαι
                    όσο ζεις και πριν πεθάνεις
                    κι επιθύμησέ τα όλα
                    όσα τώρα δεν τα φτάνεις.
                    Ζήσε εκεί, ψάξε το δρόμο
                    μέσα είναι στη καρδιά σου
                    κλείσ' τ' αυτιά και μην ακούσεις
                    άλλο τα φαντάσματά σου.
                    Τα λεπτά γλιστρούν και φεύγουν
                    το ρολόι σε κοροϊδεύει
                    και γυρεύει λυσσασμένα
                    ευκαιρίες να σου κλέβει.
                    Τώρα είναι ο αιώνας
                    πάντα είναι αυτή η ώρα
                    ξέχασε το πια το ψέμα
                    την Αλήθεια σου προχώρα.
                    Βγες απ' την απελπισία
                    απ' την μέρα ως το βράδυ
                    είναι αρκετός ο χρόνος
                    να ξεφύγεις το σκοτάδι.

Η σπίθα ...

          Τα σβήνω όλα ρε, όλα τα σβήνω
          μέσα στη στάχτη μία σπίθα μόνο αφήνω
          κρυφή μια σπίθα μέσα βαθειά μου
          αυτή που είχα από μικρή στα όνειρά μου
          που μου τη λέγανε τα παραμύθια
          κι εγώ την έκανα την μόνη μου αλήθεια
          κι ήθελα πάντα να προχωράω
          κι αυτή, μονάχα αυτή τη σπίθα να κοιτάω
          μια σπίθα πού 'μοιαζε κατάρα μόνο να 'ναι
          που όλοι θέλαν εξ' αρχής να την πατάνε
          γιατί είναι λένε αρκετή έτσι να γίνει
          μια τέτοια σπίθα ένα ολόκληρο καμίνι
          κι ό,τι δεν είναι ίδιο με 'κείνη
          μπροστά της λιώνει μέχρι στάχτη ν' απομείνει.
          Έτσι μου τα 'καψε όλα κι εμένα
          δίπλα της δεν αντέχει ούτε ένα ψέμα
          όλα στα παίρνει και μένεις μόνος
          μοιάζει να χάνεται απ' τα μάτια κάθε δρόμος
          αγάπες, μίση, έρωτες, σκέψεις
          κι αυτές ακόμα που αραδιάζω εδώ οι λέξεις
          όλα αλλάζουν, όλα περνάνε
          όσο κι αν θέλουνε η αλήθεια αυτά να 'ναι
          δεν είναι τίποτα, σκιές μου μοιάζουν
          μπροστά στη σπίθα μου στα πόδια όλοι το βάζουν.
          Κάθε λαμπρή μου φορεσιά ρούχο καμένο
          τίποτα δεν κρατιέται μόνο του αναμμένο
          ούτε εκείνο που εαυτό μου
          το 'λεγα όταν ψηλαφούσα το κενό μου.
          Κι αυτό τ' αφήνω, τ' αστέρια σβήνω
          θέλω μονάχα αυτή η σπίθα ν' απομείνω
          για να 'ρθει ο άνεμος να τη φουντώσει
          ν' αγαπηθούνε κι έτσι αυτή να μεγαλώσει
          παιδί του ήλιου, φωτιά να γίνει
          κι απ' το σκοτάδι τίποτα πια να μη μείνει
          να ζει το φως μου, η σπίθα εντός μου
          και ν' απλωθεί μέχρι τα πέρατα του κόσμου
          να μην υπάρχει τίποτα ξένο
          μόνο ότι αντέξει με το φως να 'ναι ενωμένο
          κανείς εχθρός πια, καμία πλάνη
          κανένα ψέμα, ούτε δόλος ή πλεκτάνη.
          Έτσι όπως θέλω, έτσι όπως θέλεις
          να μην υπάρχει δουλευτής ούτε τεμπέλης
          ούτε πια κάτι διαχωρισμένο
          εκεί που είσαι κι εγώ δίπλα σου να μένω.

Κυριακή 12 Σεπτεμβρίου 2010

Χορεύουμε σα μαύρες μύγες πάνω στα σκατά ...


Χορεύουμε σα μαύρες μύγες πάνω απ' τα σκατά
γλείφουμε και φτύνουμε κατάμουτρα μετά
ουρλιάζουμε από έλλειμμα αγάπης με θυμό
μα μόλις βρούμε μια μπουκιά τη κάνουμε εμετό.
Όλοι ανορεκτικοί άθλιοι βουλιμικοί
ποτέ δε βλέπουμε σε μας σφάλμα παραμικρό
οι άλλοι εγκληματούν που δεν υπηρετούν
την πείνα μας την άγρια που φέρνει πυρετό.
Αφού όλα τα κάνουμε εμείς πάντα σωστά
γιατί δεν μας χορταίνουν σαν ωραία φαγητά
όλοι και όλα; μα ευθύς με δόντια αιχμηρά
φωνάζουνε κι εγώ πεινώ και δώσε μια μπουκιά!
Κανείς δεν γίνεται τροφή και όλοι πεινασμένοι
παίρνουμε αναισθητικό και δήθεν χορτασμένοι
μονάχα αφοδεύουμε τα δηλητήριά μας ...
ξεχείλισαν οι βόθροι μας και πνίξαν τα όνειρά μας.
Γρήγορα μεσ' σε ύπνωση να μπούμε στο εξής
να μη τυχόν και πάρουμε χαμπάρι της ντροπής
το έργο που σκαρώσαμε και τώρα προσκυνάμε ...
να μπούμε σε παραίσθηση κι έτσι να το γλεντάμε
που φτάσαμε ως τώρα, την τελευταία ώρα
να μη μπορούν τα μάτια μας δούνε την Αλήθεια.
Το Φως δεν το μπορούμε γιατί άμα το δεχτούμε
θα δούμε πρώτα το ερπετό που κρύβουμε στα στήθια.
Δεν έχουμε πια χρόνο να σβήσουμε τον πόνο
δυο μέτρα γης απόμεινε η ελπίδα μας πια μόνο
μαζί με τα σκατά μας εκεί να πούμε "τέλος"
μα η Ζωή, μας πρόλαβε κι έριξε αιώνιο βέλος.