| ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ | |
| | |
Ενότητα | Μέσα μου έχω χείμαρρο και δεν θα σταματήσω! | |
του | Δεν τα χρωστάω κανενός, γι’ αυτό θα στα χαρίσω | |
πνεύματος | σε δεκαπεντασύλλαβο, για να ‘χει λίγη πλάκα, | |
| για να σου κάτσει εύπεπτη ως κι η πικρή ατάκα. | |
| Κι ο δεκαπεντασύλλαβος είναι μεγάλο δώρο, | 5 |
| σκέψου, ο Βιτσέντζος έγραψε τον Ερωτόκριτο όλο! | |
| Λένε πως έγραψε πολλούς, δέκα χιλιάδες, στίχους | |
| κι ο δεκαπεντασύλλαβος πως έχει τέτοιους ήχους | |
| που συντονίζονται καλά με της καρδιάς τους χτύπους | |
| και δίνουνε στο νόημα χιλιάδες δούρειους ίππους, | 10 |
| για να μπορέσει η καρδιά να κατακτήσει εκείνο, | |
| το οχυρό της λογικής που έχει όπως το Πεκίνο, | |
| ένα μεγάλο τείχος που απόρθητο υψώνει | |
| και μοιάζει σαν το Σινικό, λες και δεν τελειώνει. | |
| Κάνω, λοιπόν, απόπειρα εδώ να σου θυμίσω | 15 |
| πως άλλο είναι λογική και άλλο πνεύμα ίσιο. | |
| Πνεύμα κατά μια έννοια είχε ο Καραγκιόζης, | |
| γιατί με χιούμορ και καρδιά ήξερε πώς να σώζεις | |
| όχι με μπράτσα λογικής ούτε με τα λεφτά σου, | |
| μα έτσι απλά χορεύοντας την ίδια την καρδιά σου! | 20 |
| Όπως τ’ αληθινά παιδιά που τους νικάνε όλους | |
| με στρατιωτάκια πλαστικά και χαρτονένιους στόλους. | |
| Κι είναι αλήθεια πως νικάν, γιατί έχουνε ειρήνη | |
| και θάρρος μέσα στην καρδιά και ό,τι τους τη δίνει, | |
| με ξίφος αθωότητας, μ’ ευλυγισία και πίστη, | 25 |
| του δίνουν μια και δεν φορούν της λογικής καπίστρι | |
| σαν και αυτό που οδηγεί σε μαύρη απελπισία | |
| κι όλο σου λέει πως ο εχθρός κερδίζει στα σημεία | |
| και θα νικήσει μ’ αριθμούς, στρατηγικές και άλλα | |
| κι οι νόμοι πιθανότητας του δίνουνε τη μπάλα. | 30 |
| Κι εσύ με τέτοιους λογισμούς γίνεσαι ηττημένος, | |
| γιατί ούτε καν το σκέφτεσαι ν’ αντισταθείς με σθένος, | |
| αφού η καρδιά αφοπλίζεται από τη λογική σου | |
| και το «κομπιούτερ» γράφει πια πως δεν νικιούνται οι εχθροί σου! | |
| Ε, κάπως έτσι, άμα το δεις, φτάσαμε πια να ζούμε | 35 |
| σ’ αυτήν εδώ την εποχή και δεν κατανοούμε | |
| ότι το μέσα μας «παιδί» είν’ εξαφανισμένο, | |
| χώρο δεν του αφήνουμε κι έτσι παρατημένο | |
| το μόνο που του έμεινε είν’ ακριβώς να κάνει | |
| ό,τι του πουν κι η ελπίδα του μοιάζει να ‘χει πεθάνει. | 40 |
| Όμως μονάχα στα παιδιά ζει κι αναπνέει το πνεύμα | |
| ή σ’ αυτούς που ‘ναι σαν παιδιά και μ’ ένα αθώο νεύμα | |
| υπενθυμίζουν πως αυτό που τελικά νικάει | |
| δεν είναι ο εγκέφαλος που δήθεν κυβερνάει. | |
| Και πως αν θες γενναία καρδιά, δες κάτι «πειραγμένους», | 45 |
| που τους περνούν ή για παιδιά ή για ερωτευμένους, | |
| τρελούς ή καραγκιόζηδες, χαμένους πέρα ως πέρα, | |
| αυτούς που τον εχθρό νικούν φωνάζοντας «ΑΕΡΑ!». | |
| Κι οι «σοβαροί» δεν σκέφτονται ποτέ να λογαριάσουν | |
| πως ίσως γίνουν νικητές αυτοί που ενώ θα χάσουν | 50 |
| στις πιο πολλές τις μάχες τους, θα κάνουν ανταρσία, | |
| γιατί δεν θα παραδοθούν στην μαύρη απελπισία, | |
| μα με όπλα υπερδύναμα την πίστη, την ελπίδα, | |
| θα αποκρούσουνε στρατιές με μιαν απλή σανίδα, | |
| παράλογα για τους πολλούς που δεν φαντάζονται ίσως | 55 |
| ότι μπροστά στη δύναμη και το ωμό τους μίσος, | |
| υπάρχει κάτι ανώτερο που πάντοτε νικάει, | |
| γιατί γεννάει ήρωες με κάτι που μεθάει, | |
| καθώς ρουφώντας το, ευθύς απ’ της καρδιάς τον πόθο, | |
| νικούν τον όποιο ισχυρό μηχανισμό που νόθο | 60 |
| παιδί είναι του εγωισμού και της σκληρής του βίας, | |
| μα είναι στεγνός, ανέμπνευστος και άνευ σημασίας. | |
| Όταν στ’ αλήθεια έρωτα η λευτεριά εμπνέει | |
| γίνεται φλόγα δυνατή κι όλα τα κατακαίει. | |
| Γι’ αυτό μοιάζουν οι ήρωες τρελοί, ερωτευμένοι, | 65 |
| που να νικήσουνε μπορούν όποιον κι αν τους τη μπαίνει, | |
| μα κι απ’ την άλλη τη μεριά και οι ερωτευμένοι | |
| γίνονται εν τέλει ήρωες, γιατί έτσι εμπνευσμένοι | |
| νικούν με τρόπο «μαγικό» κι ας χάσουν στα σημεία… | |
| Η ουσία είναι πιο βαθιά μας λέει η Ιστορία. | 70 |
| Σε δεκαπεντασύλλαβο, λοιπόν, θα σου μιλήσω | |
| και το κουβάρι του μυαλού θα ψάξω να το λύσω. | |
| Γιατί ταιριάζει εύκολα στη γλώσσα τη δική μας, | |
| αυτή που λένε ελληνική κι είχαν οι πρόγονοί μας. | |
| Μα όταν σου λέω πρόγονοι, κοίτα μην το μπερδέψεις | 75 |
| και λάθος συμπεράσματα βγάλεις και τα πιστέψεις. | |
| Δε λέω αυτούς που είχανε τον Περικλή παππού τους, | |
| μα αυτούς που το ‘χανε καλά βαλμένο μες στο νου τους | |
| πως κάποτε ο ελληνισμός σήμαινε αυτό το πνεύμα | |
| της οικουμενικότητας που έπαιρνε το ρεύμα | 80 |
| απ’ του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού τα φώτα | |
| που είχε όραμα εξαρχής κατεύθυνση και ρότα | |
| εξάπλωσης και διάδοσης, ώστε στο πέρασμά του | |
| έγινε δέντρο ζωντανό κι άπλωσε τα κλαδιά του | |
| απ’ άκρη σ’ άκρη κάνοντας τις ρίζες των προγόνων | 85 |
| ν’ αγγίξουν όλους τους λαούς στα βάθη των αιώνων. | |
| Αφότου ο Μεγαλέξανδρος έκανε τους πολέμους | |
| μαζί μ’ αυτό προσπάθησε κι αυτούς που λέγαν ξένους | |
| να τους «βαπτίσει» Έλληνες με πόλεις και βιβλία | |
| κι όταν αυτοί αντιστέκονταν, τότε ασκούσε βία. | 90 |
| Κι αλήθεια το κατάφερε, ώστε τα γεγονότα | |
| που ακολούθησαν στο εξής λειτούργησαν τα φώτα | |
| του ελληνικού πολιτισμού κι αυτοί που κυβερνήσαν | |
| είχανε για δασκάλους τους αυτούς που κατακτήσαν. | |
| Έτσι όταν πια κυριάρχησε της Ρώμης η εξουσία, | 95 |
| είχε ήδη πια διαμορφωθεί έτσι η Ιστορία, | |
| ώστε οι αυτοκράτορες είχανε μεν το θρόνο, | |
| την εξουσία και το στρατό και όριζαν το νόμο, | |
| μα ο ιστός που ένωσε Ρωμιούς στο ίδιο πνεύμα | |
| ήταν αυτός που άπλωσε του Ελληνισμού το ρεύμα. | 100 |
| Γι’ αυτό και έφτασε Ρωμιός, Έλληνας να σημαίνει, | |
| Ρωμαίος πολίτης δηλαδή σ’ ελληνισμού οικουμένη | |
| μες από γλώσσα ελληνική, αφού η αυτοκρατορία | |
| ολόκληρη δεχότανε ελληνική παιδεία. | |
| Έτσι προέκυψε αυτός ο τύπος του πολίτη, | 105 |
| που απ’ όποια κι αν κατάγονταν φυλή ή απ’ όποιο σπίτι, | |
| σε ενιαίου πολιτισμού κοινότητα ενταγμένος | |
| ήταν και διαφορετικός και αφομοιωμένος. | |
| Του πνεύματος η ενότητα δημιούργησε μια βάση | |
| που πάνω της κατάφερε πολλά να συγκεράσει | 110 |
| στοιχεία διαφορετικά πολλών τότε ανθρώπων | |
| και πλήθος ενοποίησε εθνών, φυλών και τόπων. | |
| Έτσι η οικουμενικότητα στηρίχτηκε στα φώτα | |
| της γλώσσας και του πνεύματος και όχι στα τσιρότα | |
| των δήθεν πολυεθνικών και των συνέδριών τους, | 115 |
| την απληστία των κρατών και των πορτοφολιών τους, | |
| που ‘χουν οι σύγχρονοι αρχηγοί και προσπαθούν να πείσουν | |
| τον κόσμο οικονομικά πως θα τον ενοποιήσουν | |
| με γλώσσα που ‘ναι τεχνητή, με έμπνευση καθόλου, | |
| αφού πια πάψαν σταδιακά τη δράση κάθε ρόλου | 120 |
| – που ίσως ν’ αντιστέκονταν με όπλο του το πνεύμα – | |
| ώστε να εννοούμε πια για φως μόνο το ρεύμα | |
| και να μπορούν έτσι εύκολα αυτοί να το πουλάνε, | |
| να το ‘χουν μονοπώλιο, για να τα οικονομάνε. | |
| Λίγα ακόμα θα σου πω από την ιστορία, | 125 |
| γιατί ίσως σου ξενίζουν πια μέσα στην αμνησία | |
| που πονηρά δημιούργησαν, ώστε να ξεχαστούνε | |
| όσα έγιναν αληθινά, για να ισχυριστούνε | |
| πως είν’ αυτοί τ’ αφεντικά σε ξένο αχυρώνα | |
| και να ‘χουν την απάτη τους για ασφαλή κρυψώνα. | 130 |
| Σ’ εκείνη την τεράστια μακραίωνη ιστορία | |
| που έζησε η Ρωμαϊκή η αυτοκρατορία | |
| καθένας είχε αντιληφθεί ότι Έλληνας σημαίνει | |
| αυτός που πνεύμα ελληνικό και μόρφωση λαβαίνει, | |
| γιατί αυτή ήταν πάντοτε του ελληνισμού η ιδέα | 135 |
| να ‘χει τα σύνορα ανοιχτά και διεθνή «σημαία». | |
| Γι’ αυτό όσο κι αν φαινότανε πως τάχα ο πλανήτης | |
| λογάριαζε για δύναμη την ομορφιά της μύτης | |
| που είχε η βασίλισσα, η Κλεοπάτρα λέω, | |
| ή όποιος άλλος δυνατός έκανε τον ωραίο, | 140 |
| η δύναμη η αληθινή της αυτοκρατορίας | |
| δεν ήταν του αυτοκράτορα ούτε καμιάς φατρίας, | |
| μα ήτανε του πνεύματος που χώραγε στη γλώσσα | |
| – μάλλον αυτό ήτανε τ’ αυγό που έκανε την κλώσσα: | |
| Τ’ ότι Κοινή ελληνική μιλούσανε πια όλοι! | 145 |
| Την άλλη την λατινική την είχαν για βραχιόλι, | |
| μονάχα για τους νόμους τους και για την εξουσία, | |
| όμως αυτή δεν στήριξε την τέλεια φαντασία: | |
| Να ‘ναι Κοινή, μια αγκαλιά, όλους να τους χωράει, | |
| αυτόν που γνώση γύρεψε, εκείνον που πονάει | 150 |
| κι αυτόν που έχει στην καρδιά μαργαριτάρια χίλια | |
| να του ανοίγει ποταμούς να βγαίνουν απ’ τα χείλια, | |
| που να μπορούνε ν’ απλωθούν σ’ όλη την Οικουμένη… | |
| Σείστηκε ο πύργος της Βαβέλ, όταν πολιτισμένοι | |
| ήταν πια όσοι ενώνονταν στην καθομιλουμένη, | 155 |
| που έκανε όλους τους λαούς να ζουν αδελφωμένοι, | |
| μπορώντας να συνδιαλλαγούν, εμπόριο ν’ αναπτύξουν | |
| και μες στο χωνευτήρι αυτό ιδέες ν’ αναμίξουν. | |
| Δεν τους διαχώριζε η φυλή, ο τόπος ή το χρώμα, | |
| – ως το ‘δαν κι οι αρχαίοι μας απ’ του Όμηρου τα χρόνια – | 160 |
| Ρωμιός λεγότανε αυτός που ελληνικά μιλάει | |
| κι ένιωθε οικουμενικός κι ας ζούσε στο… Ντουμπάι! | |
| Αφού το πνεύμα ενότητα είχε δημιουργήσει, | |
| δεν το μπορούσε πια κανείς να το περιορίσει | |
| με σύνορα, εθνικισμούς, με όπλα και με βία, | 165 |
| αυτό ένωσε πολιτισμούς κι έγραψε ιστορία | |
| μακραίωνη σε έδαφος που γόνιμα ενοποιούσε | |
| και πολυπολιτισμικά μέσα ο καθένας ζούσε. | |
| Και επιμένω σ’ όλα αυτά, γιατί εντύπωση έχω | |
| χωρίς να είμαι ειδική, μα μ’ όσα απλά προσέχω, | 170 |
| ότι το πνεύμα πέθανε κι αυτών που το σκοτώσαν | |
| οι απόγονοι στο σήμερα βρήκαν χαλί και στρώσαν | |
| για παγκοσμιοποίηση το ύφασμα απ’ τις τσέπες | |
| και για πνευματικότητα τουρλού μέσα σε κρέπες | |
| και χρηματιστηριακά για ένωση μιλάνε | 175 |
| μέσα από, connex – talk και ό,τι άλλο πουλάνε. | |
| Κι έτσι αυτό κι εμένανε με έβαλε σε σκέψεις, | |
| γιατί δεν ξέρω δυστυχώς πώς τελικά ν’ αντέξεις | |
| το ότι έγινε «κοινότητα» του εγκεφάλου η χώρα | |
| και πως μου λεν ότ’ είν’ αυτό ενότητα πια τώρα. | 180 |
| Εγώ δεν έχω πρόθεση κανένανε να πείσω, | |
| για να μπορώ το ελληνικό πνεύμα να προωθήσω, | |
| γιατί είμαι τάχα όπως λεν κι εγώ μια ελληνίδα, | |
| καθώς τυχαίνει αυτή τη γη ν’ αποκαλώ πατρίδα. | |
| Μιλάω για το πνεύμα αυτό που μπόρεσε να στρώσει | 185 |
| το έδαφος για ενότητα κι έγνοια δεν έχω τόση | |
| που ήτανε ελληνικό, γι’ αυτό και λέω στους λάτρεις | |
| του αρχαίου και ελληνικού πνεύματος πως ο χάρτης | |
| μπορεί να δείχνει πως εδώ ήτανε η Ελλάδα, | |
| μα ούτε αυτό και βέβαια ούτε η φασολάδα | 190 |
| είναι αυτά τα εχέγγυα που Έλληνες μας χρίζουν. | |
| Εδώ που ζούμε ισχυρές μνήμες υπογραμμίζουν | |
| πως μεσολάβησαν πολλοί αιώνες κι η φυλή μας | |
| αφομοιώθηκε κι αυτή στη Ρωμαϊκή εποχή μας. | |
| Και βίωσε την ένταξη στην τότε οικουμένη, | 195 |
| ώστε ονομάστηκε ο Έλληνας, Ρωμιός όπως κι οι ξένοι | |
| λαοί που ζήσανε σ’ αυτό το πνεύμα για αιώνες, | |
| μα αυτό πια το ξεχάσαμε και λέμε οι κολώνες | |
| κι όλα τ’ αρχαία μνημεία μας πως δήθεν πιστοποιούνε | |
| ότι απόγονοι είμαστε Ελλήνων, γιατί ζούμε | 200 |
| στον ίδιο τόπο που αυτοί γράψανε ιστορία | |
| στ’ αρχαία χρόνια, μα γιατί όμως εν συνεχεία | |
| οι κοντινοί μας πρόγονοι Ρωμιοί πως είναι λέγαν | |
| και για την Ρωμιοσύνη τους μέχρι και χθες παλεύαν; | |
| Καρφί πια δεν μας καίγεται και την αναφορά μας | 205 |
| δεν κάνουμε στην πρόσφατη αυτή ταυτότητά μας. | |
| Μα κι αν ξεχάστηκαν αυτά, η γλώσσα που μιλάω | |
| μου τα θυμίζει και γι’ αυτό σ’ αυτά στριφογυρνάω, | |
| γιατί νιώθω μιλώντας την ότι πολλοί μ’ ακούνε, | |
| μια και μπορούσανε πολλοί τότε να την μιλούνε. | 210 |
| Και λέω συνοψίζοντας εδώ την άποψή μου, | |
| γιατί όλα αυτά τα κουβαλάει η γλώσσα στην ψυχή μου: | |
| Στην ιστορία την παλιά που λεν ρωμαϊκή μας, | |
| όλοι αισθανόμασταν Ρωμιοί και νιώθαμε δική μας | |
| την οικουμένη ολόκληρη που τηνε συγκρατούσε | 215 |
| το πνεύμα κι ο πολιτισμός κι απλώνονταν και ζούσε | |
| μες στους αιώνες, μα αυτό το ιστορικό κομμάτι | |
| στάθηκε ενοχλητική ακίδα μες στο μάτι | |
| αυτών που κυριάρχησαν και θέλησαν να πείσουν | |
| ότι αλλιώς τα πράγματα είναι, για να χωρίσουν | 220 |
| και να διασπάσουν εντελώς τον κόσμο στην ουσία | |
| και μες από τη διαίρεση να πάρουν εξουσία. | |
| Αφού λοιπόν ο εθνικισμός πήρε ισχύ και θέση, | |
| άλλοι καπέλο φόρεσαν κι άλλοι φορέσαν φέσι | |
| και όρισαν τα σύνορα και κόψανε την πίτα | 225 |
| και οι Ρωμιοί υπέστησαν του πνεύματος την ήττα. | |
| Κι ενώ είχ’ η ενότητα ρεκόρ να ζήσει τόσα χρόνια, | |
| χάθηκε πια το άρωμα από κείνη την κολόνια, | |
| αφού διασπαστήκαμε και γίναμε ραγιάδες | |
| και χρίστηκαν συνεχιστές της Δύσης οι παπάδες | 230 |
| στην ιστορία του τόπου μας και οικειοποιηθήκαν | |
| οι Φράγκοι όσα βρήκανε κι όσα δεν τους ανήκαν. | |
| Κι εμείς απλά το φάγαμε αυτό το παραμύθι, | |
| ώστε η ιστορία πέρασε βαθιά μέσα στη λήθη, | |
| γιατί έτσι το θελήσανε κατακτητές και Φράγκοι | 235 |
| να πάρει η βαρβαρότητα το πνεύμα αυτό φαλάγγι, | |
| να του αφαιρέσει την καρδιά κι όλο το μεγαλείο, | |
| κι αφού του βάλει σελοφάν να το ‘χει στο ψυγείο, | |
| για να καυχιέται πως αυτή τα πράγματα ορίζει | |
| και να βρει ο εγκέφαλος της Δύσης μετερίζι. | 240 |
| Και σαν λευτερωθήκαμε απ’ την Τουρκοκρατία, | |
| μας κάναν να ξεχάσουμε αυτήν την ιστορία | |
| λέγοντας πια τη Ρούμελη που ήταν Ρωμιών η χώρα | |
| Ελλάδα να ονομάσουμε και να το λέμε ως τώρα, | |
| όμως και να το νιώθουμε πως είμαστε οι γόνοι | 245 |
| αρχαίων Ελλήνων και στο εξής να μείνουμε πια μόνοι, | |
| κάνοντας κόπο τελικά να μπούμε στην Ευρώπη, | |
| εμείς οι ίδιοι που ως Ρωμιοί ήμασταν τότε πρώτοι, | |
| θαρρείς πως παρακάμψαμε τους δεκαπέντε αιώνες | |
| κι έτσι προκύψαμε ευθύς μες από ερειπιώνες | 250 |
| κι όχι από την ζωντανή που είχαμ’ ιστορία, | |
| που οι Φράγκοι την κουκούλωσαν, για να ‘χουν εξουσία. | |
| Πατρίδα που την χάσαμε δεν ήταν μόνο η γη μας, | |
| ήταν το πνεύμα κι η καρδιά που είχαν οι Ρωμιοί μας | |
| είτε είχανε ελληνική καταγωγή είτε άλλη | 255 |
| μέχρι ο ωμός εθνικισμός να τους χωρίσει πάλι. | |
| Τους Φράγκους δεν συνέφερε καθόλου η Ρωμιοσύνη | |
| και έπρεπε να ξεχαστεί, για να μην είν’ εκείνη | |
| που θα θυμίζει ότι αυτοί που ‘χουν την εξουσία | |
| δεν είχανε καμιά εντελώς θέση στην ιστορία, | 260 |
| μα ήρθαν απλώς ως εισβολείς και παίξανε παιχνίδι, | |
| για ν’ απομείνει απ’ όλα αυτά στάχτη και πριονίδι | |
| και να μπορέσουνε να πουν πως της Ευρώπης έχουν | |
| εκείνοι την πατρότητα, ώστε να μην κατέχουν | |
| πια οι υπόλοιποι λαοί στα κράτη της Ευρώπης, | 265 |
| πως αφανίστηκε ο Ρωμιός, για να φτιαχτεί ο ιππότης, | |
| που είν’ ο πρόγονος του στυλ του δυτικού ανθρώπου, | |
| αυτού που καθορίζει πια την μοίρα κάθε τόπου. | |
| Είναι βεβαίως πια αργά γι’ αυτήν την ιστορία | |
| κι ίσως δεν έχει νόημα πια ούτε και σημασία | 270 |
| να επιμένουμε σ’ αυτήν, αφού Ρωμιοί και Φράγκοι | |
| πια δεν υπάρχουν σήμερα ως τέτοιοι, μα είν’ ανάγκη | |
| μεγάλη να διακρίνουμε σε τούτο δύο τάσεις: | |
| αυτούς που μόνο νοιάζονται για χρήμα κι επεκτάσεις | |
| κι εκείνους που συνείδηση ιστορικής συνέχειας | 275 |
| έχουν κι υπερασπίζονται, ακόμα κι αν ανέχειας | |
| υφίστανται ως συνέπεια το καθεστώς και κόστος | |
| πληρώνουν για τη στάση τους που την ορίζει ο νόστος | |
| μίας πατρίδας μακρινής που ‘χουν αναφορά τους | |
| έξω από τα κράτη τους κι από τα σύνορά τους | 280 |
| και που υπάρχει στην καρδιά του καθενός ανθρώπου | |
| και την ποτίζει το αίμα του αν χρειαστεί επιτόπου, | |
| σαν έρχεται περίπτωση και πρέπει να επιλέξει, | |
| ψεύτικα ή αληθινά αν προτιμάει να παίξει | |
| και αν πολίτης είν’ απλά μιας κάποιας πολιτείας | 285 |
| ή αν θέλει ως πρόσωπο να ζει με πνεύμα ελευθερίας. | |
| Προς το παρόν πάντως αυτό που επικρατεί ως πνεύμα | |
| είναι το πρώτο δυστυχώς που ανέφερα και «γεύμα» | |
| είναι για τις μασέλες του όλος πια ο πλανήτης | |
| που κέρδους φέρνει μυρωδιές στην απληστία της μύτης | 290 |
| αυτών που μόνο ορέγονται να τον καταβροχθίσουν, | |
| καθώς δηλητηριάζονται οι άλλοι σαν μυρίσουν | |
| τη βρώμα που παράγουνε αυτοί που τρων και πίνουν, | |
| έτσι όπως παριστάνουνε πως δήθεν διευθύνουν. | |
| Τουλάχιστον να ξέρουμε πως φτάσαμε εδωπέρα, | 295 |
| μήπως τυχόν ξυπνήσουμε και δούμε κάποια μέρα, | |
| πώς έγινε και δούλο τους κάνανε το μυαλό μας | |
| και ο εχθρός κατέλαβε το μέσα οχυρό μας | |
| με πλάνη, υπνωτίζοντας το νου και την καρδιά μας, | |
| για να μπορούν οι βάρβαροι να ‘ναι αφεντικά μας. | 300 |
| Όποια προσπάθεια έγινε του πνεύματος ν’ ανθίσει, | |
| ήρθε η βαρβαρότητα να την αναχαιτίσει | |
| έξω από την ιστορική ροή που είχε υπάρξει, | |
| για να μας πείσει τάχατες πως μια καινούρια τάξη | |
| πραγμάτων θα δημιουργηθεί που εκείνοι εφευρήκαν, | 305 |
| αφού πρώτα διαστρέβλωσαν αυτά που έτοιμα βρήκαν | |
| και τα ‘φεραν στα μέτρα τους, ώστε να τους βολεύουν, | |
| για να μπορούν «διανοητικώς» κεφάλια να κυριεύουν | |
| με τρόπο εγκεφαλικό και για το χρήμα μόνο | |
| φτιάχνοντας τελειωτικά μονόδρομο τον δρόμο. | 310 |
| Γι’ αυτό τα είπα όλ’ αυτά και διόλου δε με νοιάζει, | |
| αν δεξιά ή αριστερή η γνώμη μου σας μοιάζει. | |
| ποτέ γι’ αυτά δε νοιάστηκα, γιατί είδα πως παιχνίδι | |
| του ίδιου ήτανε «μυαλού», ώστε στο πιστολίδι | |
| ο κόσμος όλος να ριχτεί και βέβαια στη μάσα, | 315 |
| σε θεωρίες να μπλεχτεί για να μη δει την κάσα | |
| που ετοίμαζαν στον άνθρωπο και τα ιδανικά του, | |
| στον πόθο του για τη ζωή που ‘χει μες στην καρδιά του | |
| και που το οξυγόνο του είναι μονάχα η αλήθεια, | |
| η αγάπη κι η ενότητα που αναζητά στα στήθια. | 320 |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου